-
1 κατα-βροχθίζω
κατα-βροχθίζω, niederschlucken, verschlingen; Hippocr.; Ar. Av. 505; ϑερμόν ποτε καταβροχϑίσας ἰχϑύν Ath. VIII, 344 b; übertr., λόγους μόνον καταβροχϑίσας VI, 270 b.
1 κατα-βροχθίζω
κατα-βροχθίζω, niederschlucken, verschlingen; Hippocr.; Ar. Av. 505; ϑερμόν ποτε καταβροχϑίσας ἰχϑύν Ath. VIII, 344 b; übertr., λόγους μόνον καταβροχϑίσας VI, 270 b.